Πίσω στις ιστορίες

Το νεοκλασικό κτίριο της Τράπεζας της Ελλάδας στη Θεσσαλονίκη

Το νεοκλασικό κτίριο της Τράπεζας της Ελλάδας στη Θεσσαλονίκη

Το νεοκλασικό κτίριο της Τράπεζας της Ελλάδας στη Θεσσαλονίκη



Το κτίριο του Υποκαταστήματος της Τράπεζας της Ελλάδος, αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικότερα νεότερα μνημεία της Θεσσαλονίκης. Η σημασία του αποδίδεται τόσο στην αρχιτεκτονική του σύνθεση όσο και αισθητική. Το σημείο αυτό επιλέχθηκε το 1922, μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917 και στο πλαίσιο της πολεοδομικής ανασυγκρότησης της πόλης από την ομάδα του Γάλλου πολεοδόμου Ερνέστ Εμπράρ, για να στεγάσει το κατάστημα της Εθνικής Τράπεζας.


Το κτίριο έχει χαρακτηριστεί ως διατηρητέο και αποτελεί εξαιρετικό παράδειγμα αρχιτεκτονικής του μεσοπολέμου. Η τελική μορφή του βασίστηκε σε προτάσεις από τον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό του 1925, στον οποίο συμμετείχαν οι Αρ. Βάλβης, και ο Ν. Μητσάκης. Η κατασκευή ολοκληρώθηκε στις αρχές του 1933 και τα εγκαίνια πραγματοποιήθηκαν στις 21 Μαΐου του ίδιου έτους. Κατά την κατασκευή του κτιρίου, χρησιμοποιήθηκαν καινοτόμες για την εποχή τεχνικές, όπως η θεμελίωση σε πασσάλους, σύμφωνα με τη μέθοδο Franki, για να αντιμετωπιστούν τα υπόγεια ύδατα. Στο εσωτερικό, η αρχιτεκτονική υιοθετεί βυζαντινά στοιχεία, εμπνευσμένα από την ιταλική αναγέννηση και το Art Deco, ενώ κυρίαρχο στοιχείο αποτελεί ο ημισφαιρικός αλαβάστρινος τρούλος που επιτρέπει το φυσικό φως να διαχέεται μέσα στο χώρο.


Η Τράπεζα της Ελλάδος, η κεντρική τράπεζα της χώρας, ιδρύθηκε το 1927 με βάση το Πρωτόκολλο της Γενεύης, το οποίο συνδέθηκε με τη χορήγηση δανείου στην Ελλάδα. Μέχρι τότε, η Εθνική Τράπεζα είχε το δικαίωμα έκδοσης νομίσματος, αλλά επειδή λειτουργούσε και ως εμπορική τράπεζα, κρίθηκε ότι αυτό ήταν ασυμβίβαστο. Έτσι, αποφασίστηκε να διατηρήσει τις εμπορικές της δραστηριότητες, παραχωρώντας το εκδοτικό προνόμιο στην νεοσύστατη Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία άρχισε τη λειτουργία της το 1928.



Εικονιζόμενη φωτογραφία: Το νεοκλασικό κτίριο της Τράπεζας της Ελλάδας στη Θεσσαλονίκη. Βρίσκεται στη συμβολή των οδών Τσιμισκή και Ι. Δραγούμη.